τορκουάτος

τορκουάτος
ὁ, Μ
ο στρεπτοφόρος, αυτός που φορεί περιδέραιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. torquatus «αυτός που φορεί στρεπτό περιδέραιο» (< λατ. torqueo «στρέφω»)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Μάνλιος, Τίτος Τορκουάτος — (Manlius Imperiosus Torquatus, 4ος αι. π.Χ.). Ρωμαίος ύπατος. Ο πατέρας του ήταν ο Λεύκιος Μάνλιος Καπιτωλίνος. Το επώνυμό του μάλλον τού αποδόθηκε όταν αφαίρεσε από ένα Γαλάτη, τον οποίο νίκησε σε μονομαχία κοντά στη γέφυρα του ποταμού Ανιένε,… …   Dictionary of Greek

  • May 15 (Eastern Orthodox liturgics) — May 14 Eastern Orthodox Church calendar May 16 All fixed commemorations below celebrated on May 28 by Old Calendarists Contents 1 Saints 1.1 Other commemorations 1.2 Oriental Orthodox …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”